ΔΙΑΤΡΟΦΗ ΜΕ ΒΑΣΗ ΤΑ ΓΟΝΙΔΙΑ ΜΑΣ- ΔΙΚΟΠΟ ΜΑΧΑΙΡΙ;ΓΕΡΑΚΑΚΗ ΣΤΥΛΙΑΝΗ
Η επιστήμη της Γενετικής αποτελεί κλάδο της Βιολογίας, που μέσα από τη έρευνα επιχειρεί να δώσει απαντήσεις σε ερωτήματα που αφορούν την κληρονομικότητα των ατόμων και την βιοποικιλότητα.
Το 1970 ο άνθρωπος επεμβαίνει για πρώτη φορά στο γενετικό υλικό. Μετά το 2003 με το πρόγραμμα του ανθρώπινου γονιδιώματος που ολοκληρώθηκε με την χαρτογράφηση όλων των γονιδίων του ανθρώπινου DNA, η επιστήμη της Γενετικής και της Διατροφής άρχισαν να κινούνται σε μια κοινή κατεύθυνση.
Η κοινή τους πορεία καθορίστηκε από την διαπίστωση ότι συγκεκριμένα θρεπτικά συστατικά των τροφίμων έχουν επιπτώσεις στην λειτουργία των γονιδίων θετικές η αρνητικές.
Μια σειρά από μελέτες έδειξαν την επίδραση της διατροφής στην έκφραση του γονιδίου όσον αφορά την υγεία αλλά και την ασθένεια.
Όλα αυτά οδήγησαν στην ανάπτυξη του επιστημονικού πεδίου της Διατροφικής Γενωμικής (Nutritional genomics), το οποίο περιλαμβάνει δύο ερευνητικά πεδία. Την διατροφογενετική (Nutrigenetics) και την διατροφογενομική (Nutrigenomics).
Η πρώτη (Nutrigenetics), ερευνά τον τρόπο με τον οποίο αντιδρά ο οργανισμός στα διάφορα θρεπτικά στοιχεία, ανάλογα με την ατομική γενετική προδιάθεση. Μελετά την γενετική βάση της διαφορετικής γενετικής απόκρισης στο ίδιο θρεπτικό ερέθισμα.
Η δεύτερη (Nutrigenomics), αντιμετωπίζει την αντίστροφη σχέση δηλαδή κατά πόσο η δίαιτα και τα θρεπτικά συστατικά των τροφών επηρεάζουν την μεταγραφή των γονιδίων, την έκφραση της πρωτείνης και τον μεταβολισμό. Είναι δηλαδή η μελέτη της αλληλεπίδρασης γονιδίων θρεπτικών συστατικών, προκειμένου να εντοπίσει διαιτητικά συστατικά που έχουν ευεργετικά ή επιβλαβή αποτελέσματα για την υγεία.
Τα γονίδια είναι τμήματα του DNA και αποτελούν την βασική μονάδα κληρονομικότητας στους ζώντες οργανισμούς.
Η πρόληψη και η θεραπεία των χρόνιων ασθενειών και κατ’επέκταση η διατήρηση της υγείας, επηρεάζονται από τα φυσικά χημικά στα τρόφιμα. Ένας μεγάλος αριθμός των διατροφικών χημικών είναι βιοενεργά που σημαίνει ότι μεταβάλλουν την ρύθμιση των βιολογικών διεργασιών και άμεσα ή έμμεσα την έκφραση της γενετικής πληροφορίας. Τα θρεπτικά συστατικά και τα βιοδραστικά μπορούν να παράγουν διαφορετικούς φαινότυπους λόγω της γενετικής ποικιλομορφίας και να μεταβάλλουν την υγεία αλλά και την έναρξη , την εξέλιξη και την σοβαρότητα της νόσου. Με τον όρο φαινότυπο εννούμε το σύνολο των εμφανών εξωτερικών χαρακτηριστικών του ατόμου που καθορίζονται από τα γονίδια. Η Διατροφική Γενωμική επιδιώκει να παρέχει μια μοριακή γενετική κατανόηση για να εξηγήσει πως κοινές διατροφικές χημικές ουσίες επηρεάζουν την υγεία αλλάζοντας την έκφραση ή και την δομή γενετικής σύστασης ενός ατόμου. Βασικές αρχές της είναι:
1) Η διατροφή κάτω από ορισμένες περιστάσεις και σε συγκεκριμένα άτομα μπορεί να αποτελέσει σοβαρό παράγοντα κινδύνου για την εμφάνιση ενός αριθμού ασθενειών, αλλά και να επηρεάσει την εξέλιξη και την σοβαρότητα χρόνιων νόσων.
2) Οι κοινές διατροφικές χημικές ουσίες που βρίσκονται στα τρόφιμα μπορούν να προκαλέσουν μεταβολές στην έκφραση της γονιδιωματικής πληροφορίας
3) Ο βαθμός στον οποίο η διατροφή επηρεάζει την ισορροπία μεταξύ υγείας και νοσηρών καταστάσεων εξαρτάται από την γενετική σύσταση του ατόμου.
4) Διατροφικές παρεμβάσεις που θα βασίζονται στην γνώση των διατροφικών απαιτήσεων, την διατροφική κατάσταση και τον γονότυπο (το σύνολο των γονιδίων ενός οργανισμού δηλαδή τα όχι εμφανή εξωτερικά χαρακτηριστικά του) μπορούν να οδηγήσουν στον μετριασμό, την πρόληψη ακόμη και την θεραπεία χρόνιων νοσημάτων.
Η Διατροφική Γενωμική μπορεί να συνεισφέρει στην βελτίωση της δημόσιας υγείας, με την κατανόηση των μοριακών μηχανισμών μέσω των οποίων η διατροφή μπορεί να χρησιμοποιηθεί για να μειώσει των κίνδυνο των κοινών πολυγονιδιακών νοσημάτων (για την εκδήλωση των οποίων συνεργάζονται πολλά ζεύγη γονιδίων) όπως είναι ο καρκίνος τα καρδιαγγειακά νοσήματα, η παχυσαρκία, το μεταβολικό σύνδρομο. Για την εκδήλωση των νοσημάτων αυτών συμβάλουν και περιβαντολλογικοί παράγοντες (π.χ.διατροφή). Άρα η αναγνώριση της αλληλεπίδρασης γονιδίων και διατροφής θα μπορούσε να βοηθήσει στην πρόληψη, την καθυστέρηση ή την μείωση των συμπτωμάτων του καρκίνου και των χρόνιων ασθενειών. Γιατί γνωρίζοντας τον γονότυπο εάν υπάρχει προδιάθεση μπορούμε έγκαιρα να τροποποιήσουμε τους περιβαντολλογικούς παράγοντες (π.χ διατροφή, κάπνισμα) και να παρατείνουμε ή να εξουδετερώσουμε την εμφάνιση της νόσου. Ποιος ας πούμε θα συνέχιζε το κάπνισμα ή την κακή διατροφή με την ίδια ευκολία αν ήξερε με σιγουριά ότι έχει προδιάθεση σε μεγάλο βαθμό για εμφάνιση μιας σοβαρής νόσου; Ειδικά τα καρδιαγγειακά νοσήματα είναι μια πολυπαραγοντική νόσος που επηρεάζεται από πολλούς περιβαντολλογικούς παράγοντες, όπως είναι η διατροφή αλλά και από γενετικούς παράγοντες. Στο μεταβολικό σύνδρομο, που είναι μια κατάσταση η οποία χαρακτηρίζεται από δυσλιπιδαιμία, αντίσταση στην ινσουλίνη, κοιλιακή παχυσαρκία και υπέρταση, η φυσιοπαθολογία της νόσου συνδέεται εκτός από τις συνήθειες πρόσληψης τροφής και την υψηλή θερμιδική πρόσληψη και με την γενετική προδιάθεση.
Αυτή η αλληλεπίδραση μεταξύ διατροφής και γενετικού υπόβαθρου θα οδηγήσει σε μια στροφή προς μια εξατομικευμένη διατροφή με βάση το γονιδίωμα του ατόμου. Στον σχεδιασμό μιας δίαιτας και στις διατροφικές συμβουλές που θα δίνονται θα λαμβάνεται υπόψιν εκτός από τις διατροφικές ανάγκες με βάση την ηλικία, την σύνθεση του σώματος και την εργασία και ο γονότυπος. Το άτομο δηλαδή θα λαμβάνει δίαιτα ειδικά σχεδιασμένη στο γενετικό προφίλ του.
Όλα αυτά θα αλλάξουν ριζικά τον τρόπο που βλέπουμε μια ασθένεια καθώς μέσα από εξατομικευμένες παρεμβάσεις η Διατροφική Γενωμική θα συμβάλει στον εντοπισμό νέων στρατηγικών τόσο για θεραπευτικές όσο κυρίως για προληπτικές καταστάσεις. Η λειτουργική βιομηχανία τροφίμων είναι έτοιμη να προχωρήσει σε ένα εγχείρημα όσον αφορά αυτό το νέο τομέα της εξατομίκευσης της υγείας και να λανσάρει στις αγορές όλου του κόσμου τρόφιμα με μεμονωμένους γονότυπους και εξατομικευμένα διατροφογενωμικά τρόφιμα. Τα σούπερ μάρκετ του μέλλοντος θα μοιάζουν με φαρμακεία που θα προωθούν τρόφιμα ανάλογα με τον γονότυπο του καθενός και την προδιάθεση του σε ασθένειες. Εδώ όμως θα χρειαστεί πολύ προσοχή, γιατί η διαφημιστική εκστρατεία υπάρχει κίνδυνος να δημιουργήσει ένα είδος γενετικού ντετερμινισμού. Δηλαδή να επηρεαστεί σε τέτοιο βαθμό ο πληθυσμός ώστε να ταυτιστεί σχεδόν απόλυτα με την ιδέα ότι είμαστε ότι είναι τα γονίδια μας και δεν μπορούμε να ξεφύγουμε από αυτό, γεγονός που μπορεί να επιφέρει δυσάρεστες συνέπειες στην ψυχολογία των ατόμων. Κάποιος δηλαδή που γνωρίζει ότι διαθέτει ελαττωματικά γονίδια θα μπορούσε να βιώσει αρνητικά συναισθήματα σε όριο απελπισίας με πολύ αρνητικές συνέπειες. Δηλαδή υπάρχει ο κίνδυνος να διαμορφωθούν μέσα από διαφημιστικές καμπάνιες, άτομα «έρμαια» κατά κάποιο τρόπο των γονιδίων τους σαν αυτά να αποτελούν ένα είδος μοίρας για τα άτομα. Άποψη που δεν είναι ορθή, γιατί ναι μεν τα γονίδια παίζουν καθοριστικό ρόλο για την εξέλιξη της σωματικής και της ψυχολογικής μας υγείας αλλά ως ένα βαθμό, καθώς και οι περιβαντολλογικοί παράγοντες μπορούν να τροποποιήσουν σε μεγάλο βαθμό μια μελλοντική κατάσταση. Επομένως βλέπουμε ότι μπορεί το πεδίο της Διατροφικής Γενωμικής αναμφισβήτητα να συμβάλει για την βέλτιστη υγεία και την πρόσληψη ασθενειών, μέσα από την εξατομίκευση της διατροφής με βάση το γονιδίωμα ενός ατόμου. Αλλά εγκυμονεί και πολλούς κινδύνους όπως κάθε τι καινούργιο. Μέχρι τώρα οι διαιτητικές συστάσεις αφορούν τον γενικότερο πληθυσμό. Όμως οι διαιτητικές συστάσεις που θα δίνονται και με βάση τα κριτήρια του γονιδιώματος θα υποδεικνύουν υποπληθυσμούς. Αυτό θεωρητικά θα μπορούσε να έχει οφέλη αλλά μπορεί να υπάρξει και κίνδυνος από τις γενικευμένες συστάσεις.
Προκύπτουν πολλά ηθικά, νομικά και κοινωνικά θέματα στα οποία πρέπει να δοθεί προσοχή. Γιαυτό αναπτύχθηκε το πρόγραμμα ELSI (Ethical, Legal, Social, Implications) με κύριο στόχο την διασφάλιση του απορρήτου της γενετικής πληροφορίας για την αποφυγή κοινωνικής διάκρισης με βάση το κοινωνικό υπόστρωμα γεγονός που θα μπορούσε να έχει αρνητική επίδραση στην εργασία. Ακόμη προκύπτουν ζητήματα Βιοηθικής (κλάδος της επιστήμης που ασχολείται με ηθικά προβλήματα που προκύπτουν από την εφαρμογή της Βιολογίας και της Γενετικής) που αφορούν την προστασία των καταναλωτών και της ποιότητας ζωής του ανθρώπου.
Η ανάλυση του DNA στο μέλλον θα είναι υπόθεση ρουτίνας, κάπως όπως είναι οι αιματολογικές εξετάσεις σήμερα για τον έλεγχο π.χ της χοληστερόλης, με χαμηλό κόστος. Θα προκύψουν νέοι βιοχημικοί δείκτες που θα εμπλουτίζουν τις πληροφορίες που θα λαμβάνονται από τις εξετάσεις αίματος, με στόχο τον σχεδιασμό ενός διαιτολογίου ειδικά προσαρμοσμένο στις ανάγκες του κάθε ατόμου. Για να μπορέσει να εφαρμοστεί στο μέλλον το νέο αυτό επιστημονικό πεδίο, απαιτεί από τους επαγγελματίες διαιτολόγους εμπλουτισμό γνώσεων και εξειδίκευση σε θέματα Βιολογίας και Γενετικής.
Ήδη εταιρείες μέσω Ίντερνετ αλλά και με προσωπική παρουσία προσφέρουν υπηρεσίες μέσω προγνωστικών τεστ εξετάζοντας το DNA, εκμεταλλευόμενοι τον ανθρώπινο φόβο και την ανθρώπινη αγωνία για το μέλλον, αφού με αντάλλαγμα αρκετά υψηλά χρηματικά ποσά προσφέρουν εξατομικευμένες διαιτολογικές συμβουλές. Πολλές φορές χωρίς να διαθέτουν ούτε την κατάλληλη επιστημονική γνώση.
Δίκοπο μαχαίρι φαίνεται να είναι η εφαρμογή της διατροφικής Γενωμικής. Από την μία σίγουρα θα μπορούσε σε μεγάλο βαθμό να προάγει την εξασφάλιση της υγείας μέσα όμως από ειδικά εκπαιδευμένους επαγγελματίες, από την άλλη υπάρχει ο κίνδυνος να πέσει στα χέρια επιτήδειων και να μεταμορφωθεί από μια σοβαρή επιστημονική μελέτη και προσπάθεια σε μια κερδοφόρα επιχείρηση βασισμένη σε μια διαφημιστική εκστρατεία υπηρεσιών και τροφίμων.